- αναξηραντικός
- -ή, -ό (Α ἀναξηραντικός, -ή, -όν) [ἀναξηραίνω]αυτός που αποξηραίνει, που στεγνώνει, ο κατάλληλος για αποξήρανση, αποξηραντικός.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀναξηραντικός — fit for drying masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικά — ἀναξηραντικός fit for drying neut nom/voc/acc pl ἀναξηραντικά̱ , ἀναξηραντικός fit for drying fem nom/voc/acc dual ἀναξηραντικά̱ , ἀναξηραντικός fit for drying fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικῶν — ἀναξηραντικός fit for drying fem gen pl ἀναξηραντικός fit for drying masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικόν — ἀναξηραντικός fit for drying masc acc sg ἀναξηραντικός fit for drying neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικαῖς — ἀναξηραντικός fit for drying fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικαί — ἀναξηραντικός fit for drying fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικοῖς — ἀναξηραντικός fit for drying masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικοῦ — ἀναξηραντικός fit for drying masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντικῆς — ἀναξηραντικός fit for drying fem gen sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀναξηραντική — ἀναξηραντικός fit for drying fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)